Τετάρτη 25 Νοεμβρίου 2009

Ελληνικά 3ης τάξης

Τετάρτη, 25 Νοεμβρίου 2009

Το λυκάκι που το λέγαν Σοφοκλή

Μια φορά κι έναν καιρό, στη χώρα του παραμυθιού, ζούσε ένα όμορφο και πονηρό λυκάκι που το έλεγαν …Σοφοκλή. Ήταν καφετί, με πράσινα μάτια και μυτερά αυτιά. Κάθε πρωί έβγαινε από τη φωλιά του χαρούμενο, για να κυνηγήσει άλλα μικρότερα ζώα και να χορτάσει την πείνα του.
Πριν φύγει, η μητέρα του το συμβούλευε:
— Πρόσεχε, Σοφοκλή μου, να μη βγεις ποτέ έξω από το δάσος. Για κανένα λόγο να μην πας στην πολιτεία, γιατί εκεί υπάρχει ο άνθρωπος. Αυτός θέλει να αφανίσει τη γενιά μας και να μείνει μόνος του. Κυρίαρχος πάνω στη γη.
— Θα προσέχω, μανούλα μου, απαντούσε αυτό κι έφευγε με μεγάλα βήματα ανάμεσα στα μεγάλα δέντρα του σκιερού δάσους.
Μια μέρα όμως, καθώς κυνηγούσε ένα λαγό, βρέθηκε έξω από το δάσος, κοντά στα πρώτα σπίτια της πόλης. Βλέποντας αυτή τη διαφορετική εικόνα, αισθάνθηκε με μεγάλη περιέργεια. Η περιέργεια αυτή τον έσπρωχνε να προχωρήσει και να γνωρίσει αυτόν το διαφορετικό κόσμο. Έτσι, χωρίς καλά καλά να το καταλάβει, βρέθηκε μέσα στην πόλη.
Όλο περιέργεια και θαυμασμό κοίταζε το θέαμα που απλωνόταν μπροστά του. Ένας μεγάλος δρόμος, πολύ διαφορετικός από τα μονοπάτια του δάσους. Πανύψηλα σπίτια, το ένα δίπλα στο άλλο, βρίσκονταν κι από τις δύο μεριές του. Πολύχρωμες βιτρίνες και επιγραφές. Αυτοκίνητα πολλά, που έβγαζαν περίεργες φωνές συνέχεια και χωρίς λόγο. Μεγάλες πλατείες. Δεν ήξερε τι να πρωτοθαυμάσει!

Το λυκάκι που το λέγαν Σοφοκλή
Χριστίνα Βεζυρέλλη – Άρης Μπαρούτης


Ερωτήσεις

1. Τι ένιωσε ο Σοφοκλής, όταν βρέθηκε μέσα στην πόλη;
_____________________________________________________________________________________

2. Τι νομίζεις ότι ήταν οι περίεργες φωνές που έβγαζαν τα αυτοκίνητα;
_____________________________________________________________________________________

3. Πώς έμοιαζε η πόλη στην οποία βρέθηκε ο Σοφοκλής, το λυκάκι;
_________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

4. Να συμπληρώσεις τις καταλήξεις που λείπουν:

Όταν κουράζομ_____, ξαπλώνω στον καναπέ που έχουμ_____, στο σαλόνι. Εκεί μαζευόμαστ_____ συχνά και συζητά_____. Οι μεγάλοι κάθοντ_____ μέχρι αργά, ενώ εγώ κοιμάμ_____. Η μαμά μου σηκώνετ_____ συνέχεια και μας περιποιείτ_____. Πολλές φορές γελάμ______ με την ψυχή μας και ποτέ δε μαλώνουμ_____.